Τι είναι η κεφτριαξόνη;
Η κεφτριαξόνη (ceftriaxone) είναι ένα ημισυνθετικό αντιβιοτικό ευρέος φάσματος που ανήκει στην κατηγορία των κεφαλοσπορινών τρίτης γενιάς. Κυκλοφορεί στο εμπόριο με διάφορα ονόματα, όπως το φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ποικίλων βακτηριακών λοιμώξεων, συμπεριλαμβανομένων λοιμώξεων του αναπνευστικού, του ουροποιητικού, του γεννητικού συστήματος, καθώς και σε περιπτώσεις μηνιγγίτιδας, σηψαιμίας και νόσου του Lyme.
Η κεφτριαξόνη ανακαλύφθηκε το 1978 από ερευνητές της φαρμακευτικής εταιρείας Hoffmann-La Roche στη Βασιλεία της Ελβετίας. Εγκρίθηκε για ιατρική χρήση το 1982 και έκτοτε αποτελεί ένα από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα αντιβιοτικά παγκοσμίως.
Στο παρόν άρθρο, θα αναλύσουμε πληροφορίες από επιστημονικά περιοδικά και ιατρικές έρευνες σχετικά με τη φαρμακολογία, τις ενδείξεις χρήσης και τις παρενέργειες της κεφτριαξόνης. Συγκεκριμένα, θα εξετάσουμε δεδομένα από το International Journal of Pediatrics, το Journal of Hepatology, το Wiener Klinische Wochenschrift και το Biological Psychiatry.
Θεραπευτική κατηγορία
Η κεφτριαξόνη ανήκει στην κατηγορία των β-λακταμικών αντιβιοτικών και ειδικότερα στις κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς. Οι κεφαλοσπορίνες είναι ημισυνθετικά παράγωγα της κεφαλοσπορίνης C, ενός φυσικού αντιβιοτικού που παράγεται από τον μύκητα Acremonium chrysogenum. Η κεφτριαξόνη διαθέτει ευρύ φάσμα αντιμικροβιακής δράσης έναντι πολλών gram-θετικών και gram-αρνητικών βακτηρίων.
Χημική δομή και ιδιότητες
Ο χημικός τύπος της κεφτριαξόνης είναι C18H18N8O7S3 και έχει μοριακό βάρος 554,58 g/mol. Η δομή της περιλαμβάνει έναν β-λακταμικό δακτύλιο συνδεδεμένο με έναν εξαμελή διϋδροθειαζινικό δακτύλιο. Η κεφτριαξόνη είναι ένα λευκό ή υποκίτρινο κρυσταλλικό σκόνη, ελαφρώς διαλυτή στο νερό και πρακτικά αδιάλυτη στην ακετόνη και στον αιθυλαιθέρα.
Μηχανισμός δράσης
Η κεφτριαξόνη, όπως και άλλες κεφαλοσπορίνες, ασκεί τη βακτηριοκτόνο δράση της αναστέλλοντας τη σύνθεση της πεπτιδογλυκάνης, ενός ουσιώδους συστατικού του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Συνδέεται με τις πρωτεΐνες σύνδεσης πενικιλλίνης (PBPs) και εμποδίζει το διασταυρούμενο πολυμερισμό των αλυσίδων πεπτιδογλυκάνης, οδηγώντας σε αποδιοργάνωση του κυτταρικού τοιχώματος και τελικά σε κυτταρικό θάνατο.
Ενδείξεις χρήσης
Η κεφτριαξόνη ενδείκνυται για τη θεραπεία ποικίλων λοιμώξεων που προκαλούνται από ευαίσθητα στελέχη βακτηρίων. Σύμφωνα με τους Pacifici και Marchini στο International Journal of Pediatrics, η κεφτριαξόνη χρησιμοποιείται ευρέως σε νεογνά και βρέφη για την αντιμετώπιση σοβαρών βακτηριακών λοιμώξεων.
Οι Ariza et al. στο Journal of Hepatology αναφέρουν τη χρήση της κεφτριαξόνης στη θεραπεία της αυτόματης βακτηριακής περιτονίτιδας, μιας σοβαρής επιπλοκής της κίρρωσης του ήπατος. Επιπλέον, οι Dattwyler et al. στο Wiener Klinische Wochenschrift περιγράφουν την αποτελεσματικότητα της κεφτριαξόνης στην αντιμετώπιση της νόσου του Lyme σε προχωρημένο στάδιο.
Ενδιαφέρουσα είναι και η μελέτη των Knackstedt, Melendez και Kalivas στο Biological Psychiatry, που υποδεικνύει ότι η κεφτριαξόνη μπορεί να αποκαταστήσει την ομοιόσταση του γλουταμινικού και να προλάβει την υποτροπή στην αναζήτηση κοκαΐνης σε πειραματόζωα, υπογραμμίζοντας έτσι έναν πιθανό ρόλο στη θεραπεία των διαταραχών χρήσης ουσιών.
Συμπερασματικά, η κεφτριαξόνη αποτελεί ένα πολύτιμο αντιβιοτικό στη φαρέτρα των ιατρών για την αντιμετώπιση σοβαρών βακτηριακών λοιμώξεων σε ασθενείς όλων των ηλικιών. Ωστόσο, η χρήση της θα πρέπει πάντοτε να γίνεται υπό ιατρική καθοδήγηση και με προσοχή στις πιθανές παρενέργειες.
Προειδοποιήσεις
Προφυλάξεις πριν της κεφτριαξόνης (φάρμακο Rocephin, Epicephin κ.α.)
Πριν από τη λήψη της κεφτριαξόνης (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.), είναι απαραίτητο να ενημερώσετε τον γιατρό σας εάν έχετε ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων στις κεφαλοσπορίνες, πενικιλλίνες ή άλλα αντιβιοτικά. Επίσης, θα πρέπει να αναφέρετε εάν πάσχετε από νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια, καθώς ενδέχεται να απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας.
Οι ασθενείς με ιστορικό διαταραχών του γαστρεντερικού, ιδιαίτερα κολίτιδας, θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά κατά τη διάρκεια της θεραπείας για ενδείξεις ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας. Σύμφωνα με τους Ariza et al., η προσεκτική χρήση της κεφτριαξόνης (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) είναι απαραίτητη σε ασθενείς με αυτόματη βακτηριακή περιτονίτιδα και υποκείμενη ηπατική νόσο.
Αντενδείξεις
Η κεφτριαξόνη αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή αλλεργία στις κεφαλοσπορίνες ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα του φαρμάκου. Επίσης, δεν πρέπει να χορηγείται σε νεογνά με υπερχολερυθριναιμία ή σε πρόωρα βρέφη, καθώς μπορεί να εκτοπίσει τη χολερυθρίνη από τις θέσεις σύνδεσης με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, αυξάνοντας τον κίνδυνο εγκεφαλοπάθειας από χολερυθρίνη (Pacifici and Marchini).
Τι πρέπει να αποφύγετε
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.), οι ασθενείς θα πρέπει να αποφεύγουν την κατανάλωση αλκοόλ, καθώς μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών, όπως ναυτία, έμετο και κοιλιακό άλγος. Επιπλέον, η ταυτόχρονη χρήση άλλων φαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων ασβεστίου και των αντιπηκτικών, θα πρέπει να γίνεται με προσοχή και μόνο υπό ιατρική παρακολούθηση.
Δοσολογία και χορήγηση του φαρμάκου κεφτριαξόνη
Η δοσολογία της κεφτριαξόνης εξαρτάται από τη σοβαρότητα και το είδος της λοίμωξης, καθώς και από την ηλικία και τη νεφρική λειτουργία του ασθενούς. Σε ενήλικες, η συνήθης δόση κυμαίνεται από 1 έως 2 g ημερησίως, χορηγούμενη είτε ως εφάπαξ δόση είτε διαιρεμένη σε δύο ίσες δόσεις. Σε σοβαρές λοιμώξεις, η δόση μπορεί να αυξηθεί έως και 4 g ημερησίως.
Στα παιδιά, η δοσολογία βασίζεται στο σωματικό βάρος, με συνήθη δόση 50-75 mg/kg/ημέρα, διαιρεμένη σε μία ή δύο δόσεις. Σε νεογνά και βρέφη, η δόση κυμαίνεται από 20-50 mg/kg/ημέρα, ανάλογα με την ηλικία και τη σοβαρότητα της λοίμωξης (Pacifici and Marchini).
Οδοί και τρόποι χορήγησης
Η κεφτριαξόνη χορηγείται συνήθως ενδοφλεβίως ή ενδομυϊκά. Για την ενδοφλέβια χορήγηση, το διάλυμα πρέπει να παρασκευάζεται αμέσως πριν τη χρήση και να χορηγείται σε διάστημα 30 λεπτών. Η ενδομυϊκή ένεση πρέπει να γίνεται βαθιά σε μεγάλη μυϊκή μάζα, όπως ο γλουτιαίος μυς.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στη θεραπεία της νόσου του Lyme, μπορεί να χρησιμοποιηθεί παρατεταμένο σχήμα χορήγησης. Οι Dattwyler et al. περιγράφουν τη χορήγηση κεφτριαξόνης για 14 ή 28 ημέρες σε ασθενείς με νόσο του Lyme σε προχωρημένο στάδιο, με ικανοποιητικά αποτελέσματα και καλή ανεκτικότητα.
Συνοπτικά, η κεφτριαξόνη αποτελεί ένα πολύτιμο αντιβιοτικό για την αντιμετώπιση σοβαρών βακτηριακών λοιμώξεων, αλλά η χρήση της απαιτεί προσοχή και ιατρική παρακολούθηση για την αποφυγή πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών και αλληλεπιδράσεων.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση του φαρμάκου κεφτριαξόνη;
Εάν παραλείψετε μια δόση της κεφτριαξόνης (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.), λάβετε την μόλις το θυμηθείτε. Ωστόσο, εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε και συνεχίστε με το κανονικό σας δοσολογικό σχήμα. Μην πάρετε διπλή δόση για να αναπληρώσετε τη δόση που παραλείψατε, καθώς αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών.
Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία με κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) είναι σπάνια, αλλά μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όπως ναυτία, έμετο, διάρροια και κοιλιακό άλγος. Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να εμφανιστούν νευρολογικές διαταραχές, όπως σπασμοί και εγκεφαλοπάθεια. Εάν υποψιάζεστε υπερδοσολογία, επικοινωνήστε αμέσως με τον γιατρό σας ή με το τοπικό κέντρο δηλητηριάσεων.
Παρενέργειες του φαρμάκου κεφτριαξόνη
Όπως όλα τα φάρμακα, έτσι και η κεφτριαξόνη μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες, αν και δεν παρουσιάζονται σε όλους τους ασθενείς. Οι συχνότερες παρενέργειες περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές διαταραχές: ναυτία, έμετος, διάρροια, κοιλιακό άλγος
- Αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης: πόνος, ερυθρότητα, σκλήρυνση
- Αλλεργικές αντιδράσεις: εξάνθημα, κνησμός, αναφυλαξία (σπάνια)
- Αιματολογικές διαταραχές: ηωσινοφιλία, θρομβοκυτταροπενία, ουδετεροπενία
- Ηπατικές διαταραχές: αύξηση των ηπατικών ενζύμων, χολοστατικός ίκτερος
Σε σπάνιες περιπτώσεις, η κεφτριαξόνη μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες, όπως ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, νεφρική δυσλειτουργία και σπασμούς. Εάν παρατηρήσετε οποιεσδήποτε ασυνήθιστες ή επίμονες παρενέργειες, επικοινωνήστε αμέσως με τον γιατρό σας.
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
Η κεφτριαξόνη μπορεί να αλληλεπιδράσει με διάφορα φάρμακα, επηρεάζοντας τη δράση τους ή αυξάνοντας τον κίνδυνο παρενεργειών. Σημαντικές αλληλεπιδράσεις περιλαμβάνουν:
- Αντιπηκτικά: Η ταυτόχρονη χρήση κεφτριαξόνης και από του στόματος αντιπηκτικών μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο αιμορραγίας.
- Προϊόντα ασβεστίου: Η ενδοφλέβια χορήγηση κεφτριαξόνης με προϊόντα που περιέχουν ασβέστιο μπορεί να οδηγήσει σε σχηματισμό ιζήματος στους πνεύμονες και τους νεφρούς (Pacifici and Marchini).
- Αμινογλυκοσίδες: Ο συνδυασμός κεφτριαξόνης με αμινογλυκοσίδες μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο νεφροτοξικότητας.
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
Η κεφτριαξόνη μπορεί να ληφθεί με ή χωρίς τροφή. Ωστόσο, η ταυτόχρονη κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων γαλακτοκομικών προϊόντων ή τροφών εμπλουτισμένων με ασβέστιο μπορεί να μειώσει την απορρόφηση του φαρμάκου. Συνιστάται να αποφεύγετε την κατανάλωση τέτοιων τροφών εντός 1-2 ωρών πριν ή μετά τη λήψη της κεφτριαξόνης (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.).
Είναι απαραίτητο να ενημερώνετε πάντα τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα, συμπληρώματα διατροφής και βότανα που λαμβάνετε, προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές αλληλεπιδράσεις. Όπως τονίζουν οι Ariza et al. στο Journal of Hepatology, η προσεκτική παρακολούθηση των ασθενών που λαμβάνουν κεφτριαξόνη είναι ζωτικής σημασίας, ιδιαίτερα σε εκείνους με υποκείμενες παθήσεις ή πολλαπλές φαρμακευτικές αγωγές.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους και παιδιά
Η κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ηλικιωμένους ασθενείς, καθώς μπορεί να έχουν μειωμένη νεφρική λειτουργία, γεγονός που επηρεάζει την απέκκριση του φαρμάκου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να απαιτείται προσαρμογή της δόσης για την αποφυγή συσσώρευσης και πιθανής τοξικότητας.
Στα παιδιά, ιδιαίτερα στα νεογνά και στα βρέφη, η χρήση της κεφτριαξόνης (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) απαιτεί στενή παρακολούθηση. Όπως αναφέρουν οι Pacifici και Marchini στο International Journal of Pediatrics, η κεφτριαξόνη μπορεί να εκτοπίσει τη χολερυθρίνη από τις θέσεις σύνδεσης με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, αυξάνοντας τον κίνδυνο εγκεφαλοπάθειας από χολερυθρίνη σε νεογνά και πρόωρα βρέφη.
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Η εκτεταμένη χρήση της κεφτριαξόνης έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη ανθεκτικών βακτηριακών στελεχών. Η ορθολογική χρήση των αντιβιοτικών, συμπεριλαμβανομένης της κεφτριαξόνης, είναι απαραίτητη για τον περιορισμό της εξάπλωσης της ανθεκτικότητας. Οι ιατροί θα πρέπει να συνταγογραφούν την κεφτριαξόνη μόνο όταν είναι απαραίτητο και για την κατάλληλη διάρκεια θεραπείας, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες.
Κλινικές μελέτες του φαρμάκου κεφτριαξόνη
Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της κεφτριαξόνης έχουν αξιολογηθεί σε πολυάριθμες κλινικές μελέτες για διάφορες ενδείξεις. Οι Dattwyler et al. στο Wiener Klinische Wochenschrift περιγράφουν τη χρήση της κεφτριαξόνης σε ασθενείς με νόσο του Lyme σε προχωρημένο στάδιο, αναφέροντας ικανοποιητικά αποτελέσματα και καλή ανεκτικότητα.
Επιπλέον, οι Ariza et al. στο Journal of Hepatology εξετάζουν τους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ανθεκτικότητας στην κεφτριαξόνη σε ασθενείς με αυτόματη βακτηριακή περιτονίτιδα, τονίζοντας τη σημασία της προσεκτικής χρήσης του φαρμάκου σε αυτόν τον πληθυσμό.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Σε σύγκριση με άλλες κεφαλοσπορίνες και αντιβιοτικά ευρέος φάσματος, η κεφτριαξόνη έχει αποδειχθεί εξίσου ή περισσότερο αποτελεσματική για διάφορες βακτηριακές λοιμώξεις. Ωστόσο, η επιλογή του κατάλληλου αντιβιοτικού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος της λοίμωξης, το βακτηριακό στέλεχος, το προφίλ ευαισθησίας και τα χαρακτηριστικά του ασθενούς.
Φαρμακολογικά χαρακτηριστικά
Η κεφτριαξόνη έχει ευρύ φάσμα αντιμικροβιακής δράσης, καλύπτοντας τόσο gram-θετικά όσο και gram-αρνητικά βακτήρια. Έχει μεγάλο χρόνο ημίσειας ζωής (περίπου 8 ώρες), επιτρέποντας τη χορήγηση μία ή δύο φορές την ημέρα. Η κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) απεκκρίνεται κυρίως αναλλοίωτη στα ούρα και στη χολή, γεγονός που την καθιστά αποτελεσματική για λοιμώξεις του ουροποιητικού και του χοληφόρου συστήματος.
Παρά τα πολλά πλεονεκτήματα της κεφτριαξόνης, η χρήση της θα πρέπει να γίνεται με σύνεση και υπό ιατρική παρακολούθηση. Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας αποτελεί μια σημαντική πρόκληση, και όπως επισημαίνουν οι Knackstedt, Melendez και Kalivas στο Biological Psychiatry, απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για να διερευνηθούν οι μηχανισμοί δράσης και οι πιθανές νέες εφαρμογές της κεφτριαξόνης.
Συνοπτικά
Η κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) είναι ένα ισχυρό αντιβιοτικό ευρέος φάσματος που ανήκει στην κατηγορία των κεφαλοσπορινών τρίτης γενιάς. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαφόρων σοβαρών βακτηριακών λοιμώξεων, όπως λοιμώξεις του αναπνευστικού, του ουροποιητικού, του γεννητικού συστήματος, καθώς και σε περιπτώσεις μηνιγγίτιδας, σηψαιμίας και νόσου του Lyme. Η κεφτριαξόνη χορηγείται συνήθως ενδοφλεβίως ή ενδομυϊκά, και η δοσολογία εξαρτάται από τη σοβαρότητα της λοίμωξης, την ηλικία και τη νεφρική λειτουργία του ασθενούς.
Παρά την αποτελεσματικότητά της, η κεφτριαξόνη μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες, όπως γαστρεντερικές διαταραχές, αλλεργικές αντιδράσεις και, σε σπάνιες περιπτώσεις, σοβαρές επιπλοκές όπως ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα. Η χρήση της απαιτεί προσοχή σε ηλικιωμένους και παιδιά, ενώ απαιτείται και η παρακολούθηση πιθανών αλληλεπιδράσεων με άλλα φάρμακα ή τροφές. Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας αποτελεί μια σημαντική πρόκληση, γεγονός που καθιστά απαραίτητη την ορθολογική χρήση του φαρμάκου.
Συμπερασματικά, η κεφτριαξόνη αποτελεί ένα πολύτιμο θεραπευτικό όπλο, αλλά η χρήση της θα πρέπει πάντα να γίνεται υπό ιατρική καθοδήγηση και με προσοχή στις πιθανές παρενέργειες και αλληλεπιδράσεις. Η στενή συνεργασία μεταξύ ασθενών, ιατρών και φαρμακοποιών είναι απαραίτητη για την ασφαλή και αποτελεσματική χρήση αυτού του ισχυρού αντιβιοτικού.
gnosiatriki.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Η λήψη φαρμάκων χωρίς ιατρική επίβλεψη μπορεί να αποβεί επικίνδυνη για την υγεία σας. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες που αναγράφονται στις συσκευασίες των φαρμακευτικών σκευασμάτων, καθώς ενδέχεται να υπάρχουν αλλαγές στις προδιαγραφές των προϊόντων που προμηθεύεστε. Τα εμπορικά ονόματα που χρησιμοποιούνται σε αυτό το κείμενο είναι απλώς παραδείγματα δημοφιλών φαρμάκων με τις ουσίες που περιγράφονται, αλλά η ακριβής σύσταση μπορεί να διαφέρει από προϊόν σε προϊόν. Εδώ, η έμφαση δίνεται στις δραστικές ουσίες και όχι στα εμπορικά ονόματα. Τα ονόματα των φαρμάκων παρατίθενται μόνο για την ευκολία των αναγνωστών, αλλά πρέπει να διαβάζετε τις οδηγίες του κάθε σκευάσματος που θα χρησιμοποιήσετε καθώς μπορεί να διαφέρει. Η συνεχής επικοινωνία με τον γιατρό και τον φαρμακοποιό σας είναι απαραίτητη. Μην καταφεύγετε ποτέ στην αυτοχορήγηση φαρμάκων, γιατί εκθέτετε την υγεία σας σε σημαντικούς κινδύνους.
Βιβλιογραφία
- Pacifici, G. M., & Marchini, G. (2017). Clinical pharmacology of ceftriaxone in neonates and infants: effects and pharmacokinetics. International Journal of Pediatrics, 2017. sid.ir/FileServer
- Ariza, X., Castellote, J., Lora-Tamayo, J., Girbau, A., Salord, S., Rota, R., … & Xiol, X. (2012). Risk factors for resistance to ceftriaxone and its impact on mortality in community, healthcare and nosocomial spontaneous bacterial peritonitis. Journal of Hepatology, 56(4), 825-832. sciencedirect
- Dattwyler, R. J., Wormser, G. P., Rush, T. J., Finkel, M. F., Schoen, R. T., Grunwaldt, E., … & Luft, B. J. (2005). A comparison of two treatment regimens of ceftriaxone in late Lyme disease. Wiener Klinische Wochenschrift, 117(11), 393-397. search.ebscohost
- Knackstedt, L. A., Melendez, R. I., & Kalivas, P. W. (2010). Ceftriaxone restores glutamate homeostasis and prevents relapse to cocaine seeking. Biological Psychiatry, 67(1), 81-84. sciencedirect
Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι το Rocephin και σε τι χρησιμεύει;
Το Rocephin είναι εμπορική ονομασία της κεφτριαξόνης (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.), ενός ισχυρού αντιβιοτικού που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία σοβαρών βακτηριακών λοιμώξεων. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας για την κατάλληλη χρήση.
Ποιες είναι οι συνηθέστερες παρενέργειες της κεφτριαξόνης;
Οι συχνότερες παρενέργειες περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές, αλλεργικές αντιδράσεις και αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης. Σε σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί να εμφανιστούν σοβαρότερες επιπλοκές. Ενημερώστε αμέσως τον γιατρό σας εάν παρατηρήσετε ασυνήθιστα συμπτώματα.
Μπορώ να πάρω Rocephin αν έχω αλλεργία στην πενικιλλίνη;
Η κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin κ.α.) μπορεί να προκαλέσει αλλεργική αντίδραση σε άτομα με αλλεργία στις πενικιλλίνες. Ενημερώστε οπωσδήποτε τον γιατρό σας εάν έχετε ιστορικό αλλεργιών σε αντιβιοτικά πριν λάβετε κεφτριαξόνη.
Μπορώ να πάρω Rocephin αν έχω αλλεργία στην πενικιλλίνη;
Η κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) μπορεί να προκαλέσει αλλεργική αντίδραση σε άτομα με αλλεργία στις πενικιλλίνες. Ενημερώστε οπωσδήποτε τον γιατρό σας εάν έχετε ιστορικό αλλεργιών σε αντιβιοτικά πριν λάβετε κεφτριαξόνη.
Μπορεί η κεφτριαξόνη να αλληλεπιδράσει με άλλα φάρμακα;
Ναι, η κεφτριαξόνη μπορεί να αλληλεπιδράσει με διάφορα φάρμακα, όπως αντιπηκτικά και προϊόντα ασβεστίου. Ενημερώστε τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα που λαμβάνετε πριν ξεκινήσετε τη θεραπεία με κεφτριαξόνη.
Μπορώ να πάρω Rocephin κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης;
Η κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά την εγκυμοσύνη μόνο εάν τα οφέλη υπερτερούν των κινδύνων. Είναι σημαντικό να ενημερώσετε τον γιατρό σας εάν είστε έγκυος πριν λάβετε αυτό το φάρμακο.
Πόσο καιρό διαρκεί συνήθως η θεραπεία με Rocephin;
Η διάρκεια της θεραπείας με κεφτριαξόνη (φάρμακο Rocephin, Epicephin, Ceftriaxon Hexal, Lendacin κ.α.) ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο και τη σοβαρότητα της λοίμωξης. Συνήθως, η θεραπεία διαρκεί από 7 έως 14 ημέρες, αλλά μπορεί να παραταθεί εάν χρειάζεται.