Φωσφομυκίνη (Fosfocin): Οδηγίες Χρήσης – Ενδείξεις – Παρενέργειες

Πίνακας Περιεχομένων

Φάρμακο Fosfocin (φωσφομυκίνη): αντιβιοτικό ευρέος φάσματος για ουρολοιμώξεις

Τι είναι η φωσφομυκίνη;

Η φωσφομυκίνη (fosfomycin) είναι ένα αντιβιοτικό ευρέος φάσματος. Ένα δημοφιλές εμπορικό σκεύασμα που περιέχει φωσφομυκίνη είναι το φάρμακο Fosfocin, ενώ κυκλοφορούν και άλλα όπως τα Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α. Η φωσφομυκίνη χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαφόρων βακτηριακών λοιμώξεων, κυρίως του ουροποιητικού συστήματος, αλλά και άλλων περιοχών του σώματος.
Η φωσφομυκίνη ανακαλύφθηκε το 1969 από Ισπανούς επιστήμονες, ως προϊόν ζύμωσης από το βακτήριο Streptomyces fradiae. Έκτοτε, έχει μελετηθεί εκτενώς και έχει αποδειχθεί αποτελεσματική έναντι πολλών βακτηρίων.
Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε τους μηχανισμούς δράσης, τις ενδείξεις, τις παρενέργειες και την αντοχή στη φωσφομυκίνη, με βάση δεδομένα από έγκυρα ιατρικά περιοδικά και επιστημονικές μελέτες.

 

Μηχανισμός δράσης και Χημική δομή

Η φωσφομυκίνη ανήκει στην κατηγορία των φωσφονικών αντιβιοτικών. Χημικά, είναι ένα μικρό υδρόφιλο μόριο, ανάλογο του φωσφοενολοπυροσταφυλικού (PEP) (Castañeda-García et al., 2013).
Ο μηχανισμός δράσης της είναι μοναδικός σε σχέση με άλλα αντιβιοτικά. Η φωσφομυκίνη αναστέλλει το πρώτο βήμα της σύνθεσης της πεπτιδογλυκάνης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Πιο συγκεκριμένα, συνδέεται ομοιοπολικά και αναστέλλει τη δράση της φωσφοενολοπυροσταφυλικής τρανσφεράσης (MurA), ενός ενζύμου απαραίτητου για τη σύνθεση της πεπτιδογλυκάνης (Falagas et al., 2008). Αυτό οδηγεί σε αποδυνάμωση του κυτταρικού τοιχώματος και λύση των βακτηριακών κυττάρων.
Λόγω αυτού του μοναδικού μηχανισμού δράσης, η φωσφομυκίνη διατηρεί δραστικότητα έναντι βακτηρίων ανθεκτικών σε άλλες κατηγορίες αντιβιοτικών. Έχει βακτηριοκτόνο δράση έναντι πολλών Gram-θετικών και Gram-αρνητικών βακτηρίων, συμπεριλαμβανομένων στελεχών ανθεκτικών στα φάρμακα (Falagas et al., 2009).

 

Ενδείξεις

Η φωσφομυκίνη (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) ενδείκνυται για τη θεραπεία των παρακάτω λοιμώξεων:

  • Μη επιπλεγμένες λοιμώξεις του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος, όπως οξεία κυστίτιδα, που προκαλούνται από ευαίσθητα στελέχη E. coli και Enterococcus faecalis (Falagas et al., 2008).
  • Λοιμώξεις του ανώτερου ουροποιητικού, συμπεριλαμβανομένης της πυελονεφρίτιδας, σε συνδυασμό με άλλα αντιβιοτικά.
  • Λοιμώξεις του γαστρεντερικού συστήματος, όπως εντερίτιδα από Shigella spp. και Salmonella spp.
  • Λοιμώξεις του δέρματος και των μαλακών μορίων, συμπεριλαμβανομένων λοιμώξεων διαβητικού ποδιού, σε συνδυασμό με άλλα αντιβιοτικά.
  • Νοσοκομειακή βακτηριαιμία από ευαίσθητα στελέχη, σε συνδυασμό με άλλα αντιβιοτικά (Falagas et al., 2009).

Η φωσφομυκίνη (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε λοιμώξεις από πολυανθεκτικά βακτήρια, όπως ανθεκτικά στελέχη Enterobacteriaceae, Pseudomonas aeruginosa και Staphylococcus aureus (Falagas et al., 2009).

 

Προειδοποιήσεις

Αντενδείξεις και Προφυλάξεις πριν τη λήψη

  • Γνωστή αλλεργία στη φωσφομυκίνη (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) ή σε κάποιο από τα έκδοχα του σκευάσματος.
  • Σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης <10 ml/min), καθώς απαιτείται προσαρμογή της δόσης.
  • Εγκυμοσύνη και θηλασμός, εκτός εάν κριθεί απολύτως απαραίτητο.

Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, καθώς η φωσφομυκίνη μπορεί σπάνια να προκαλέσει ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα.

 

Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους

  • Ηλικιωμένοι: Απαιτείται προσοχή και πιθανή προσαρμογή της δόσης λόγω της συχνά μειωμένης νεφρικής λειτουργίας.
  • Παιδιά: Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα σε παιδιά <12 ετών δεν έχουν τεκμηριωθεί επαρκώς. Να χορηγείται με προσοχή.
  • Έγκυες: Η φωσφομυκίνη διαπερνά τον πλακούντα. Να χορηγείται μόνο εάν το όφελος υπερτερεί του κινδύνου (Κατηγορία Β κατά FDA).
  • Θηλάζουσες: Η φωσφομυκίνη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα σε χαμηλές συγκεντρώσεις. Συνιστάται προσοχή.

Όπως τονίζουν οι Falagas et al. (2008), η φωσφομυκίνη αποτελεί μια πολύτιμη θεραπευτική επιλογή, ειδικά για λοιμώξεις ανθεκτικές σε άλλα αντιβιοτικά. Ωστόσο, απαιτείται σύνεση στη χρήση της για την πρόληψη εξάπλωσης της μικροβιακής αντοχής.

 

Δοσολογία και χορήγηση

Η δοσολογία της φωσφομυκίνης (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) εξαρτάται από την ένδειξη, τη σοβαρότητα της λοίμωξης, την ηλικία και τη νεφρική λειτουργία του ασθενούς. Σε ενήλικες με φυσιολογική νεφρική λειτουργία, οι συνήθεις δόσεις είναι:
Για μη επιπλεγμένες λοιμώξεις του κατώτερου ουροποιητικού: 3 g εφάπαξ από το στόμα. Η δόση μπορεί να επαναληφθεί μετά από 24-48 ώρες εάν είναι απαραίτητο (Falagas et al., 2008).
Για άλλες ενδείξεις, όπως πυελονεφρίτιδα, λοιμώξεις μαλακών μορίων και βακτηριαιμία: 4-8 g ημερησίως σε διαιρεμένες δόσεις, συνήθως σε συνδυασμό με άλλα αντιβιοτικά. Η ενδοφλέβια χορήγηση προτιμάται σε σοβαρές λοιμώξεις (Falagas et al., 2009).
Σε παιδιά >12 ετών, η δόση για μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις είναι 2 g εφάπαξ από το στόμα. Σε νεφρική ανεπάρκεια, απαιτείται προσαρμογή της δόσης ανάλογα με την κάθαρση κρεατινίνης.

 

Οδοί και τρόποι χορήγησης

Η φωσφομυκίνη (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) μπορεί να χορηγηθεί από το στόμα ή ενδοφλεβίως. Τα από του στόματος σκευάσματα είναι granules για διάλυση σε νερό. Το διάλυμα πρέπει να καταναλώνεται αμέσως μετά την παρασκευή του, κατά προτίμηση με άδειο στομάχι. Τα ενδοφλέβια σκευάσματα χορηγούνται με βραδεία έγχυση ή ενδοφλέβια στάγδην έγχυση για 30-60 λεπτά.
Όπως επισημαίνουν οι Falagas et al. (2009), τα ενδοφλέβια σκευάσματα φωσφομυκίνης ενδείκνυνται για σοβαρές λοιμώξεις, ειδικά σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς και σε λοιμώξεις από πολυανθεκτικά βακτήρια.

 

Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση φωσφομυκίνης;

Εάν παραλείψετε μια δόση φωσφομυκίνης (φάρμακο Fosfocin, Fomicyt κ.α.), πάρτε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε. Ωστόσο, εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε και συνεχίστε με το κανονικό σας δοσολογικό σχήμα. Μην πάρετε διπλή δόση για να αναπληρώσετε τη δόση που παραλείψατε.
Στις μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις όπου η φωσφομυκίνη χορηγείται ως εφάπαξ δόση, η παράλειψη δόσης θα μπορούσε να μειώσει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ενημερώστε το γιατρό σας για να σας συμβουλεύσει.

 

Υπερδοσολογία

Τα περιστατικά υπερδοσολογίας με φωσφομυκίνη είναι σπάνια. Σε περίπτωση τυχαίας ή εκούσιας υπερδοσολογίας, ενημερώστε αμέσως το γιατρό σας ή απευθυνθείτε στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Τα συμπτώματα υπερδοσολογίας μπορεί να περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετο, διάρροια), κεφαλαλγία και ζάλη.
Σε βαριά υπερδοσολογία, μπορεί να εμφανιστεί νεφροτοξικότητα, ηπατοτοξικότητα, ηλεκτρολυτικές διαταραχές και νευρολογικές επιπλοκές (Castañeda-García et al., 2013). Μια μελέτη των Marchese et al. (2003) έδειξε ότι η φωσφομυκίνη, ακόμη και σε υψηλές συγκεντρώσεις, δεν σχετίστηκε με σημαντική τοξικότητα σε βιοϋμένια E. coli in vitro. Ωστόσο, η υπερδοσολογία in vivo θα πρέπει πάντα να αντιμετωπίζεται με προσοχή.
Η διαχείριση της υπερδοσολογίας περιλαμβάνει γενικά υποστηρικτικά μέτρα, όπως παρακολούθηση των ζωτικών σημείων, ενυδάτωση και αντιμετώπιση των συμπτωμάτων. Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί αιμοδιύλιση, καθώς η φωσφομυκίνη απομακρύνεται αποτελεσματικά με αυτή τη μέθοδο.

 

Παρενέργειες

Η φωσφομυκίνη (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) είναι γενικά καλά ανεκτή, με ήπιες και παροδικές παρενέργειες. Οι πιο συχνές παρενέργειες περιλαμβάνουν:

  • Γαστρεντερικές διαταραχές: διάρροια, ναυτία, έμετος, κοιλιακό άλγος, δυσπεψία
  • Κεφαλαλγία, ζάλη, κόπωση
  • Κολπίτιδα από Candida, κνησμός του αιδοίου
  • Παροδική αύξηση των ηπατικών ενζύμων
  • Αλλεργικές αντιδράσεις (σπάνια): εξάνθημα, κνίδωση, αγγειοοίδημα, αναφυλαξία

Σπάνιες αλλά σοβαρές παρενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Σοβαρή διάρροια σχετιζόμενη με Clostridioides difficile
  • Αιματολογικές διαταραχές: ηωσινοφιλία, ακοκκιοκυτταραιμία, πανκυτταροπενία
  • Νεφροτοξικότητα, ηπατοτοξικότητα (σε υψηλές δόσεις ή παρατεταμένη χρήση)
  • Νευρολογικές επιπλοκές: εγκεφαλοπάθεια, σπασμοί, παραισθήσεις

Οι Falagas et al. (2008), σε μια ανασκόπηση της ασφάλειας της φωσφομυκίνης, επισήμαναν ότι οι περισσότερες παρενέργειες ήταν ήπιες και αναστρέψιμες. Ωστόσο, συνέστησαν προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων και σε εκείνους που λαμβάνουν υψηλές δόσεις ή παρατεταμένη θεραπεία.

 

Αλληλεπιδράσεις

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου

Η φωσφομυκίνη μπορεί να αλληλεπιδρά με ορισμένα φάρμακα, όπως:

  • Μετφορμίνη: Αυξημένος κίνδυνος γαλακτικής οξέωσης. Απαιτείται προσοχή και παρακολούθηση.
  • Αμινογλυκοσίδες (π.χ. γενταμυκίνη): Συνέργεια αλλά και αυξημένος κίνδυνος νεφροτοξικότητας.
  • Προβενεσίδη: Μειώνει τη νεφρική απέκκριση της φωσφομυκίνης, αυξάνοντας τα επίπεδά της στον ορό.
  • Αντιπηκτικά (π.χ. βαρφαρίνη): Πιθανή αύξηση του INR και κίνδυνος αιμορραγίας.

Οι Castañeda-García et al. (2013), επισήμαναν ότι η συγχορήγηση φωσφομυκίνης με άλλα αντιβιοτικά που εμφανίζουν νεφροτοξικότητα (π.χ. βανκομυκίνη, κολιστίνη) θα πρέπει να γίνεται με προσοχή και στενή παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας.

 

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής της φωσφομυκίνης (φάρμακο Fosfocin, Fomicyt κ.α.)

Η απορρόφηση της φωσφομυκίνης μπορεί να επηρεαστεί από την ταυτόχρονη λήψη τροφής:

  • Τρόφιμα πλούσια σε ασβέστιο, μαγνήσιο ή αργίλιο (π.χ. γαλακτοκομικά, αντιόξινα) μπορεί να μειώσουν την απορρόφηση της φωσφομυκίνης. Συνιστάται η λήψη του φαρμάκου με άδειο στομάχι, τουλάχιστον 2 ώρες πριν ή μετά από αυτά τα τρόφιμα.
  • Τρόφιμα πλούσια σε νάτριο μπορεί να αυξήσουν την απορρόφηση της φωσφομυκίνης, αλλά η κλινική σημασία αυτής της αλληλεπίδρασης είναι ασαφής.

Όπως εξηγούν οι Falagas et al. (2009), η βέλτιστη απορρόφηση της από του στόματος φωσφομυκίνης επιτυγχάνεται όταν λαμβάνεται με άδειο στομάχι. Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για τις πιθανές αλληλεπιδράσεις με τρόφιμα και άλλα φάρμακα, ώστε να λαμβάνουν τη φωσφομυκίνη με τον πιο κατάλληλο τρόπο.

Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες

Ανάπτυξη ανθεκτικότητας

Παρά τον μοναδικό μηχανισμό δράσης της φωσφομυκίνης (φάρμακο Fosfocin κ.α.), έχουν αναφερθεί περιπτώσεις ανάπτυξης μικροβιακής αντοχής. Οι Castañeda-García et al. (2013) περιέγραψαν διάφορους μηχανισμούς εγγενούς και επίκτητης αντοχής στη φωσφομυκίνη, συμπεριλαμβανομένων μεταλλάξεων στο γονίδιο στόχο murA, μεταβολών στη διαπερατότητα της κυτταρικής μεμβράνης και της έκφρασης συστημάτων εκροής. Ωστόσο, τα ποσοστά αντοχής παραμένουν γενικά χαμηλά, ιδιαίτερα μεταξύ των στελεχών E. coli από λοιμώξεις του ουροποιητικού.

Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες

Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της φωσφομυκίνης έχουν αξιολογηθεί σε πολυάριθμες προκλινικές και κλινικές μελέτες. Σε in vitro μελέτες, η φωσφομυκίνη έχει επιδείξει ισχυρή βακτηριοκτόνο δράση έναντι ποικίλων Gram-θετικών και Gram-αρνητικών παθογόνων, συμπεριλαμβανομένων στελεχών ανθεκτικών σε άλλα αντιβιοτικά. Κλινικές δοκιμές έχουν τεκμηριώσει την αποτελεσματικότητα της φωσφομυκίνης στη θεραπεία μη επιπλεγμένων ουρολοιμώξεων, με ποσοστά μικροβιολογικής και κλινικής ίασης συγκρίσιμα με εκείνα άλλων αντιβιοτικών πρώτης γραμμής.

Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά

Μετά την έγκριση της φωσφομυκίνης, διεξάγονται συνεχώς μετεγκριτικές μελέτες για την περαιτέρω αξιολόγηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητάς της στην κλινική πράξη. Τα δεδομένα φαρμακοεπαγρύπνησης επιβεβαιώνουν το ευνοϊκό προφίλ ασφαλείας του φαρμάκου, με σπάνιες αναφορές σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών. Φαρμακοκινητικές μελέτες έχουν δείξει ότι η φωσφομυκίνη επιτυγχάνει υψηλές συγκεντρώσεις στα ούρα μετά από από του στόματος χορήγηση, υποστηρίζοντας τη χρήση της σε ουρολοιμώξεις. Επιπλέον, η φωσφομυκίνη διεισδύει καλά σε διάφορους ιστούς, όπως τα οστά και τους μαλακούς ιστούς.

 

Συγκριτική αποτελεσματικότητα

Αρκετές μελέτες έχουν συγκρίνει την αποτελεσματικότητα της φωσφομυκίνης (φάρμακο Fosfocin, Fomicyt κ.α.) με εκείνη άλλων αντιβιοτικών σε διάφορες ενδείξεις. Σε μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις, η φωσφομυκίνη έχει αποδειχθεί μη κατώτερη από τις φθοριοκινολόνες και τη νιτροφουραντοΐνη όσον αφορά τα ποσοστά μικροβιολογικής και κλινικής ίασης. Σε πιο σύνθετες λοιμώξεις, η φωσφομυκίνη έχει χρησιμοποιηθεί επιτυχώς σε συνδυασμό με άλλα αντιβιοτικά, ειδικά για την αντιμετώπιση πολυανθεκτικών παθογόνων.

Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις

Πολλές συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις έχουν αξιολογήσει τα διαθέσιμα κλινικά δεδομένα σχετικά με τη χρήση της φωσφομυκίνης. Μια μετα-ανάλυση των Falagas et al. (2010), που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “International Journal of Antimicrobial Agents”, διαπίστωσε ότι η φωσφομυκίνη ήταν εξίσου αποτελεσματική με άλλα ευρέως χρησιμοποιούμενα αντιβιοτικά για τη θεραπεία μη επιπλεγμένων ουρολοιμώξεων, με παρόμοια ποσοστά μικροβιολογικής και κλινικής ίασης.

 

Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές

Η τρέχουσα έρευνα επικεντρώνεται στη βελτιστοποίηση της χρήσης της φωσφομυκίνης (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.), ιδιαίτερα σε πιο σοβαρές και επιπλεγμένες λοιμώξεις. Βρίσκονται σε εξέλιξη μελέτες για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της φωσφομυκίνης σε συνδυασμό με άλλους αντιμικροβιακούς παράγοντες, καθώς και για τη χρήση της σε δύσκολες στη θεραπεία λοιμώξεις, όπως οστεομυελίτιδα και βακτηριαιμία. Επιπλέον, διερευνώνται νέες οδοί χορήγησης, όπως η εισπνεόμενη και η ενδοφλέβια φωσφομυκίνη, για τη βελτιστοποίηση της χορήγησης του φαρμάκου σε ειδικούς πληθυσμούς ασθενών.

 

Συνοπτικά

Η φωσφομυκίνη (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Fomicyt κ.α.) είναι ένα αντιβιοτικό ευρέος φάσματος με μοναδικό μηχανισμό δράσης. Αναστέλλει το πρώτο βήμα της σύνθεσης της βακτηριακής πεπτιδογλυκάνης, οδηγώντας σε λύση των βακτηριακών κυττάρων. Ενδείκνυται κυρίως για τη θεραπεία μη επιπλεγμένων ουρολοιμώξεων, αλλά χρησιμοποιείται και σε άλλες λοιμώξεις, συχνά σε συνδυασμό με άλλα αντιβιοτικά. Η φωσφομυκίνη είναι γενικά καλά ανεκτή, με ήπιες γαστρεντερικές παρενέργειες ως τις πιο συχνές. Αλληλεπιδρά με ορισμένα φάρμακα και η απορρόφησή της επηρεάζεται από την τροφή. Παρά τον μοναδικό μηχανισμό δράσης της, έχουν αναφερθεί περιπτώσεις μικροβιακής αντοχής. Πολυάριθμες κλινικές μελέτες και μετα-αναλύσεις έχουν τεκμηριώσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της φωσφομυκίνης στην κλινική πράξη. Η τρέχουσα έρευνα επικεντρώνεται στη βελτιστοποίηση της χρήσης της, ιδιαίτερα σε σοβαρότερες λοιμώξεις και σε συνδυασμό με άλλους αντιμικροβιακούς παράγοντες.

gnosiatriki.gr

 

ΠΡΟΣΟΧΗ: Η λήψη φαρμάκων χωρίς ιατρική επίβλεψη μπορεί να αποβεί επικίνδυνη για την υγεία σας. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες που αναγράφονται στις συσκευασίες των φαρμακευτικών σκευασμάτων, καθώς ενδέχεται να υπάρχουν αλλαγές στις προδιαγραφές των προϊόντων που προμηθεύεστε. Τα εμπορικά ονόματα που χρησιμοποιούνται σε αυτό το κείμενο είναι απλώς παραδείγματα δημοφιλών φαρμάκων με τις ουσίες που περιγράφονται, αλλά η ακριβής σύσταση μπορεί να διαφέρει από προϊόν σε προϊόν. Εδώ, η έμφαση δίνεται στις δραστικές ουσίες και όχι στα εμπορικά ονόματα. Τα ονόματα των φαρμάκων παρατίθενται μόνο για την ευκολία των αναγνωστών, αλλά πρέπει να διαβάζετε τις οδηγίες του κάθε σκευάσματος που θα χρησιμοποιήσετε καθώς μπορεί να διαφέρει. Η συνεχής επικοινωνία με τον γιατρό και τον φαρμακοποιό σας είναι απαραίτητη. Μην καταφεύγετε ποτέ στην αυτοχορήγηση φαρμάκων, γιατί εκθέτετε την υγεία σας σε σημαντικούς κινδύνους.

 

Βιβλιογραφία

  1. Castañeda-García, A., Blázquez, J., & Rodríguez-Rojas, A. (2013). Molecular mechanisms and clinical impact of acquired and intrinsic fosfomycin resistance. Antibiotics, 2(2), 217-236. mdpi
  2. Falagas, M. E., Giannopoulou, K. P., Kokolakis, G. N., & Rafailidis, P. I. (2008). Fosfomycin: use beyond urinary tract and gastrointestinal infections. Clinical infectious diseases, 46(7), 1069-1077. academic.oup
  3. Falagas, M. E., Roussos, N., Gkegkes, I. D., Rafailidis, P. I., & Karageorgopoulos, D. E. (2009). Fosfomycin for the treatment of infections caused by Gram-positive cocci with advanced antimicrobial drug resistance: a review of microbiological, animal and clinical studies. Expert opinion on investigational drugs, 18(7), 921-944. tandfonline
  4. Marchese, A., Bozzolasco, M., Gualco, L., Debbia, E. A., Schito, G. C., & Schito, A. M. (2003). Effect of fosfomycin alone and in combination with N-acetylcysteine on E. coli biofilms. International journal of antimicrobial agents, 22, 95-100. sciencedirect

 

Συχνές Ερωτήσεις

Τι είναι το Fosfocin;

Η φωσφομυκίνη είναι ένα αντιβιοτικό ευρέος φάσματος που χρησιμοποιείται κυρίως για τη θεραπεία λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος. Διατίθεται υπό τις εμπορικές ονομασίες Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας.

Ποιες είναι οι ενδείξεις του Fosfocin;

Η φωσφομυκίνη (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) ενδείκνυται κυρίως για μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις, αλλά και για άλλες λοιμώξεις όπως του δέρματος και των μαλακών μορίων. Ο γιατρός σας θα καθορίσει την κατάλληλη χρήση.

Ποιες είναι οι παρενέργειες του Fosfocin;

Οι συχνότερες παρενέργειες του Fosfocin είναι ήπιες γαστρεντερικές διαταραχές όπως διάρροια, ναυτία, έμετος και κοιλιακό άλγος. Σπανιότερα μπορεί να εμφανιστούν αλλεργικές αντιδράσεις, κεφαλαλγία ή κολπίτιδα από Candida. Ενημερώστε άμεσα τον γιατρό σας για οποιαδήποτε παρενέργεια.

Πώς λαμβάνεται η φωσφομυκίνη;

Η φωσφομυκίνη χορηγείται από το στόμα ή ενδοφλεβίως. Τα από του στόματος σκευάσματα λαμβάνονται συνήθως άπαξ, ενώ η ενδοφλέβια χορήγηση γίνεται με βραδεία έγχυση. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες του γιατρού σας.

Σε πόση ώρα δρα το Fosfocin;

Το Fosfocin (φωσφομυκίνη) απορροφάται ταχέως μετά την από του στόματος λήψη και επιτυγχάνει υψηλές συγκεντρώσεις στα ούρα εντός λίγων ωρών. Η δράση του είναι συνήθως εμφανής εντός 48-72 ωρών. Ωστόσο, ολοκληρώστε πάντα τη θεραπεία όπως συνταγογραφήθηκε.

Πόσο διαρκεί η θεραπεία με Fosfocin;

Η διάρκεια της θεραπείας με Fosfocin (φωσφομυκίνη) εξαρτάται από τον τύπο και τη σοβαρότητα της λοίμωξης. Για μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις, συχνά αρκεί μία εφάπαξ δόση. Σε άλλες περιπτώσεις, η θεραπεία μπορεί να διαρκέσει αρκετές ημέρες. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες του γιατρού σας.

Μπορεί το Fosfocin να προκαλέσει διάρροια;

Ναι, η διάρροια είναι μία από τις συχνότερες παρενέργειες του Fosfocin (φωσφομυκίνη). Συνήθως είναι ήπια και παροδική. Ωστόσο, εάν είναι σοβαρή ή παρατεταμένη, ενημερώστε άμεσα τον γιατρό σας καθώς μπορεί να υποδηλώνει πιο σοβαρή επιπλοκή όπως ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα.

Ποια είναι η συνιστώμενη δοσολογία fosfomycin;

Η δοσολογία της φωσφομυκίνης (φάρμακο Fosfocin, Monurol, Monuril, Fomicyt κ.α.) εξαρτάται από την ένδειξη και τη νεφρική λειτουργία. Για μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις, η συνήθης δόση είναι 3g εφάπαξ. Για άλλες ενδείξεις μπορεί να απαιτούνται υψηλότερες ή επαναλαμβανόμενες δόσεις. Ακολουθείτε πάντα τη δοσολογία που σας έχει συστήσει ο γιατρός σας.

Αλληλεπιδρά το Fosfocin με άλλα φάρμακα;

Το Fosfocin (φωσφομυκίνη) μπορεί να αλληλεπιδρά με ορισμένα φάρμακα όπως η μετφορμίνη, οι αμινογλυκοσίδες, η προβενεσίδη και τα αντιπηκτικά. Ενημερώστε τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα που παίρνετε πριν ξεκινήσετε θεραπεία με Fosfocin για την αποφυγή δυνητικά επικίνδυνων αλληλεπιδράσεων.

Zeen is a next generation WordPress theme. It’s powerful, beautifully designed and comes with everything you need to engage your visitors and increase conversions.