Αμλοδιπίνη (Abesyl): Οδηγίες Χρήσης – Ενδείξεις – Παρενέργειες

Πίνακας Περιεχομένων

Φάρμακο Abesyl (αμλοδιπίνη): Ανταγωνιστής διαύλων ασβεστίου για την υπέρταση και τη στηθάγχηΤι είναι η αμλοδιπίνη;

Η αμλοδιπίνη (amlodipine) είναι ένας ανταγωνιστής διαύλων ασβεστίου που χρησιμοποιείται ευρέως για τη θεραπεία της υπέρτασης και της στηθάγχης. Μερικά δημοφιλή εμπορικά σκευάσματα που περιέχουν αμλοδιπίνη είναι το φάρμακο Abesyl, το Norvasc, το Istin, το Amlodin κ.α. Η αμλοδιπίνη ανήκει στην κατηγορία των διϋδροπυριδινικών ανταγωνιστών ασβεστίου και δρα χαλαρώνοντας τα αιμοφόρα αγγεία, διευκολύνοντας την ροή του αίματος και μειώνοντας το φορτίο εργασίας της καρδιάς. Η αμλοδιπίνη ανακαλύφθηκε το 1986 από ερευνητές της φαρμακευτικής εταιρείας Pfizer και έλαβε έγκριση από τον FDA το 1992. Στο παρόν άρθρο, θα αναλύσουμε επιστημονικές δημοσιεύσεις και ιατρικά συγγράμματα σχετικά με τη δράση, τις ενδείξεις, τις παρενέργειες και τις αλληλεπιδράσεις της αμλοδιπίνης, παρέχοντας μια εις βάθος και αντικειμενική ματιά σε αυτό το σημαντικό φαρμακευτικό μόριο.

 

Μηχανισμός δράσης και Χημική δομή

Η αμλοδιπίνη ανήκει στην κατηγορία των διϋδροπυριδινικών ανταγωνιστών των διαύλων ασβεστίου. Ο μηχανισμός δράσης της βασίζεται στην εκλεκτική αναστολή της εισόδου ιόντων ασβεστίου στα κύτταρα των λείων μυϊκών ινών των αγγείων, οδηγώντας σε χάλαση των αγγείων και μείωση της περιφερικής αγγειακής αντίστασης (G Ananchenko et al., 2012). Η χημική δομή της αμλοδιπίνης αποτελείται από έναν πυρήνα διϋδροπυριδίνης με πλευρικές αλυσίδες που περιέχουν μια ομάδα εστέρα και μια ομάδα αμινοαιθοξυ. Η αμλοδιπίνη χορηγείται ως άλας βεσυλικής αμλοδιπίνης για βελτιωμένη βιοδιαθεσιμότητα (A Abdoh et al., 2004). Η χημική της δομή επιτρέπει την εκλεκτική και παρατεταμένη σύνδεση με τους διαύλους ασβεστίου τύπου L στα αγγεία, χωρίς σημαντική επίδραση στη συσταλτικότητα του μυοκαρδίου (V Koradia et al., 2010). Ως εκ τούτου, η αμλοδιπίνη κατατάσσεται θεραπευτικά ως περιφερικός αγγειοδιασταλτικός παράγοντας, κατάλληλος για τη θεραπεία της υπέρτασης και της στηθάγχης χωρίς σημαντικές επιδράσεις στην καρδιακή αγωγιμότητα ή συσταλτικότητα.

 

Ενδείξεις αμλοδιπίνης

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) είναι ένας ανταγωνιστής διαύλων ασβεστίου που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαφόρων καρδιαγγειακών παθήσεων. Οι κύριες ενδείξεις της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) περιλαμβάνουν:

  • Υπέρταση: Η αμλοδιπίνη είναι μια αποτελεσματική θεραπεία πρώτης γραμμής για την υπέρταση, είτε ως μονοθεραπεία είτε σε συνδυασμό με άλλους αντιυπερτασικούς παράγοντες. Μειώνει την περιφερική αγγειακή αντίσταση και βελτιώνει τη ροή του αίματος, οδηγώντας σε σταθερή μείωση της αρτηριακής πίεσης (WJ Elliott & EA Bistrika, 2018).
  • Στηθάγχη: Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) χρησιμοποιείται για την πρόληψη και τη θεραπεία της σταθερής στηθάγχης και της αγγειοσπαστικής στηθάγχης (Prinzmetal). Βελτιώνει την παροχή οξυγόνου στο μυοκάρδιο διαστέλλοντας τις στεφανιαίες αρτηρίες και μειώνοντας το μεταφορτίο της καρδιάς (Shah et al.).
  • Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια: Η αμλοδιπίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συμπληρωματική θεραπεία σε ασθενείς με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Βελτιώνει τη συμπτωματολογία και την ανοχή στην άσκηση, ενώ μειώνει τον κίνδυνο εισαγωγής στο νοσοκομείο λόγω επιδείνωσης της καρδιακής ανεπάρκειας.
  • Σύνδρομο Raynaud: Η αμλοδιπίνη μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της μικροκυκλοφορίας και στη μείωση της συχνότητας και της σοβαρότητας των αγγειοσυσπαστικών επεισοδίων σε ασθενείς με σύνδρομο Raynaud.

Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της αμλοδιπίνης στη θεραπεία αυτών των παθήσεων έχει τεκμηριωθεί σε πολυάριθμες κλινικές μελέτες. Ο Elliott και η Bistrika τονίζουν την ευνοϊκή επίδραση του συνδυασμού περινδοπρίλης αργινίνης και βεσυλικής αμλοδιπίνης στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και στη βελτίωση της αγγειακής λειτουργίας σε ασθενείς με υπέρταση.

Η δοσολογία της αμλοδιπίνης προσαρμόζεται ανάλογα με την ένδειξη, την ηλικία και την ανταπόκριση του ασθενούς. Συνήθως, η έναρξη γίνεται με χαμηλή δόση, η οποία μπορεί να αυξηθεί σταδιακά μέχρι την επίτευξη του επιθυμητού θεραπευτικού αποτελέσματος. Η αμλοδιπίνη λαμβάνεται συνήθως άπαξ ημερησίως, με ή χωρίς τροφή.

Συμπερασματικά, η αμλοδιπίνη αποτελεί μια πολύτιμη θεραπευτική επιλογή για ένα ευρύ φάσμα καρδιαγγειακών παθήσεων, προσφέροντας αποτελεσματική και καλά ανεκτή αντιυπερτασική και αντιισχαιμική δράση.

 

Προειδοποιήσεις

Αντενδείξεις και Προφυλάξεις πριν τη λήψη

Παρά την αποτελεσματικότητα και την καλή ανεκτικότητα της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.), υπάρχουν ορισμένες αντενδείξεις και προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πριν από τη συνταγογράφηση του φαρμάκου:

  • Η αμλοδιπίνη αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, σε άλλες διϋδροπυριδίνες ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα του φαρμάκου.
  • Η χρήση της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) πρέπει να γίνεται με προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή αορτική στένωση ή καρδιογενή καταπληξία, καθώς μπορεί να επιδεινώσει αυτές τις καταστάσεις λόγω των αγγειοδιασταλτικών ιδιοτήτων της.
  • Οι ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία μπορεί να χρειαστούν προσαρμογή της δόσης, καθώς η αμλοδιπίνη μεταβολίζεται εκτενώς στο ήπαρ (Ananchenko et al.).
  • Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, καθώς μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο πνευμονικού οιδήματος.
  • Οι ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, ανεπάρκεια λακτάσης Lapp ή δυσαπορρόφηση γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.

Πριν από την έναρξη της θεραπείας με αμλοδιπίνη, οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό τους για το πλήρες ιατρικό ιστορικό τους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αλλεργιών, συνοδών παθήσεων ή φαρμάκων που λαμβάνουν. Απαιτείται προσοχή όταν η αμλοδιπίνη συγχορηγείται με άλλα φάρμακα που μπορεί να έχουν υποτασική δράση ή να επηρεάζουν τον μεταβολισμό της.

 

Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους

  • Ηλικιωμένοι: Οι ηλικιωμένοι ασθενείς μπορεί να είναι πιο ευαίσθητοι στις επιδράσεις της αμλοδιπίνης λόγω μειωμένης ηπατικής ή νεφρικής λειτουργίας. Ενδέχεται να απαιτείται προσαρμογή της δόσης και στενή παρακολούθηση για την πρόληψη υπότασης ή άλλων ανεπιθύμητων ενεργειών.
  • Παιδιά: Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της αμλοδιπίνης σε παιδιά κάτω των 6 ετών δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς. Η χρήση της σε αυτόν τον πληθυσμό δεν συνιστάται, εκτός εάν τα οφέλη υπερτερούν σαφώς των κινδύνων.
  • Έγκυες: Η αμλοδιπίνη δεν συνιστάται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ειδικά κατά το πρώτο τρίμηνο, καθώς δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για την ασφάλειά της. Εάν μια ασθενής μείνει έγκυος κατά τη διάρκεια της θεραπείας, η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) πρέπει να διακόπτεται το συντομότερο δυνατό. Οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία πρέπει να χρησιμοποιούν αποτελεσματική αντισύλληψη κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
  • Θηλασμός: Η αμλοδιπίνη απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα σε μικρές ποσότητες. Οι γυναίκες που λαμβάνουν αμλοδιπίνη πρέπει να αποφεύγουν τον θηλασμό ή να διακόπτουν τη θεραπεία, ανάλογα με τη σημασία του φαρμάκου για τη μητέρα.

Ο Abdoh και οι συνεργάτες του στη μελέτη τους “Amlodipine besylate–excipients interaction in solid dosage form” τονίζουν τη σημασία της επιλογής κατάλληλων εκδόχων για τα στερεά σκευάσματα αμλοδιπίνης, ώστε να διασφαλιστεί η σταθερότητα και η βιοδιαθεσιμότητα του φαρμάκου.

Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό τους εάν παρουσιάσουν κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια κατά τη διάρκεια της θεραπείας με αμλοδιπίνη. Ορισμένες ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως το οίδημα, η ζάλη ή η υπόταση, μπορεί να απαιτούν προσαρμογή της δόσης ή διακοπή του φαρμάκου.

 

Δοσολογία και χορήγηση του φαρμάκου αμλοδιπίνη

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) διατίθεται σε μορφή δισκίων των 5mg και 10mg. Η δοσολογία εξατομικεύεται ανάλογα με την ένδειξη, την ανταπόκριση του ασθενούς και την ανεκτικότητα στο φάρμακο.

  • Υπέρταση: Η συνήθης δόση έναρξης είναι 5mg άπαξ ημερησίως. Εάν δεν επιτευχθεί επαρκής έλεγχος της αρτηριακής πίεσης μετά από 2-4 εβδομάδες, η δόση μπορεί να αυξηθεί στα 10mg άπαξ ημερησίως.
  • Στηθάγχη: Η συνιστώμενη δόση έναρξης είναι 5mg άπαξ ημερησίως, με δυνατότητα αύξησης στα 10mg ανάλογα με την κλινική ανταπόκριση.
  • Ηλικιωμένοι και ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία: Συνιστάται έναρξη με τη χαμηλότερη διαθέσιμη δόση (5mg) και σταδιακή τιτλοποίηση ανάλογα με την ανταπόκριση. Η φαρμακοκινητική μελέτη των Ananchenko et al. επισημαίνει την ανάγκη προσαρμογής της δόσης σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια.
  • Παιδιατρικοί ασθενείς 6-17 ετών: Η συνιστώμενη δόση έναρξης για την υπέρταση είναι 2,5mg άπαξ ημερησίως, με δυνατότητα αύξησης στα 5mg εάν δεν επιτευχθεί επαρκής έλεγχος της αρτηριακής πίεσης μετά από 4 εβδομάδες.

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) μπορεί να λαμβάνεται με ή χωρίς τροφή. Τα δισκία πρέπει να καταπίνονται ολόκληρα με άφθονο νερό. Οι ασθενείς δεν πρέπει να τα μασούν, θρυμματίζουν ή σπάνε πριν από τη λήψη.

 

Οδοί και τρόποι χορήγησης.

Η αμλοδιπίνη χορηγείται αποκλειστικά από το στόμα, σε μορφή δισκίων. Η λήψη της πρέπει να γίνεται την ίδια ώρα κάθε ημέρα για τη διατήρηση σταθερών επιπέδων του φαρμάκου στο αίμα. Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται να μην διακόπτουν τη θεραπεία χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον γιατρό τους, ακόμα και εάν αισθάνονται καλά, καθώς η υπέρταση και η στηθάγχη είναι χρόνιες παθήσεις που απαιτούν συνεχή αντιμετώπιση.

  • Εάν κάποια δόση παραλειφθεί, πρέπει να ληφθεί το συντομότερο δυνατό. Ωστόσο, εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, η παραληφθείσα δόση πρέπει να παραλειφθεί και το σύνηθες δοσολογικό σχήμα να συνεχιστεί.
  • Οι ασθενείς δεν πρέπει να λαμβάνουν διπλή δόση για να αναπληρώσουν τη δόση που παρέλειψαν.
  • Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, οι ασθενείς πρέπει να αναζητήσουν άμεσα ιατρική βοήθεια. Τα συμπτώματα υπερδοσολογίας περιλαμβάνουν έντονη υπόταση, ταχυκαρδία, υπνηλία και ναυτία. Η αντιμετώπιση είναι συμπτωματική και υποστηρικτική.

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) μπορεί να συγχορηγηθεί με άλλα αντιυπερτασικά ή αντιστηθαγχικά φάρμακα εάν η μονοθεραπεία δεν επαρκεί για τον έλεγχο των συμπτωμάτων. Ωστόσο, οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό τους για όλα τα φάρμακα που λαμβάνουν, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωμάτων διατροφής και των φυτικών σκευασμάτων, για την αποφυγή πιθανών αλληλεπιδράσεων.

Συνοψίζοντας, η ορθή δοσολογία και χορήγηση της αμλοδιπίνης είναι κρίσιμες για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της θεραπείας. Οι ασθενείς πρέπει να ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του γιατρού τους και να αναφέρουν τυχόν προβλήματα ή ανησυχίες σχετικά με τη φαρμακευτική τους αγωγή.

 

Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση αμλοδιπίνης;

Η συμμόρφωση στο προβλεπόμενο δοσολογικό σχήμα της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της θεραπευτικής αποτελεσματικότητας και την ελαχιστοποίηση των κινδύνων. Ωστόσο, σε περίπτωση που μια δόση παραληφθεί ακούσια, οι ασθενείς πρέπει να ακολουθήσουν τις εξής οδηγίες:

  • Εάν απομένουν περισσότερες από 12 ώρες μέχρι την επόμενη προγραμματισμένη δόση, η παραληφθείσα δόση πρέπει να ληφθεί το συντομότερο δυνατό.
  • Εάν απομένουν λιγότερες από 12 ώρες μέχρι την επόμενη προγραμματισμένη δόση, η παραληφθείσα δόση πρέπει να παραλειφθεί εντελώς και το σύνηθες δοσολογικό σχήμα να συνεχιστεί.
  • Οι ασθενείς δεν πρέπει να λαμβάνουν διπλή δόση αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) για να αναπληρώσουν τη δόση που παρέλειψαν, καθώς αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών.
  • Σε περίπτωση αμφιβολίας, οι ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό τους για περαιτέρω οδηγίες.

Η παράλειψη πολλαπλών δόσεων αμλοδιπίνης μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη αποτελεσματικότητα της θεραπείας και αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβάντων. Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό τους εάν αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην τήρηση του προβλεπόμενου δοσολογικού σχήματος, ώστε να βρεθούν εναλλακτικές λύσεις ή στρατηγικές για τη βελτίωση της συμμόρφωσης.

 

Υπερδοσολογία

Η υπερδοσολογία αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες και δυνητικά απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές. Τα συμπτώματα υπερδοσολογίας περιλαμβάνουν:

  • Έντονη υπόταση
  • Ταχυκαρδία
  • Υπνηλία
  • Ζάλη
  • Ναυτία και έμετο
  • Μεταβολική οξέωση
  • Υπεργλυκαιμία
  • Οξεία νεφρική ανεπάρκεια

Σε περίπτωση υποψίας υπερδοσολογίας, οι ασθενείς πρέπει να αναζητήσουν άμεσα ιατρική βοήθεια. Η αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας είναι κυρίως συμπτωματική και υποστηρικτική, με έμφαση στη διατήρηση της αναπνευστικής και καρδιαγγειακής λειτουργίας.

  • Η πλύση στομάχου ή η χορήγηση ενεργού άνθρακα μπορεί να είναι χρήσιμη εάν η υπερδοσολογία είναι πρόσφατη.
  • Η υπόταση αντιμετωπίζεται με ενδοφλέβια χορήγηση υγρών και, εάν είναι απαραίτητο, αγγειοσυσπαστικών παραγόντων.
  • Η βραδυκαρδία μπορεί να απαιτήσει χορήγηση ατροπίνης ή τοποθέτηση βηματοδότη.
  • Η αιμοκάθαρση έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα στην απομάκρυνση της αμλοδιπίνης λόγω της υψηλής πρωτεϊνικής σύνδεσης του φαρμάκου (Ananchenko et al.).

Ο κίνδυνος υπερδοσολογίας μπορεί να είναι υψηλότερος σε ηλικιωμένους ασθενείς, σε ασθενείς με ηπατική ή νεφρική δυσλειτουργία και σε περιπτώσεις συνδυασμένης λήψης με άλλα φάρμακα που επηρεάζουν τον μεταβολισμό ή την αποβολή της αμλοδιπίνης.

Συμπερασματικά, η πρόληψη της υπερδοσολογίας αμλοδιπίνης είναι εξαιρετικά σημαντική. Οι ασθενείς πρέπει να εκπαιδεύονται σχετικά με τη σωστή λήψη του φαρμάκου και να ενημερώνονται για τους πιθανούς κινδύνους της υπερδοσολογίας. Η στενή παρακολούθηση των ασθενών με αυξημένο κίνδυνο υπερδοσολογίας και η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων είναι απαραίτητες για την πρόληψη σοβαρών επιπλοκών.

 

Παρενέργειες αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Amlodin κ.α.)

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) είναι γενικά καλά ανεκτή, ωστόσο, όπως όλα τα φάρμακα, μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες. Οι παρενέργειες της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) ποικίλλουν σε συχνότητα και σοβαρότητα, και μπορεί να διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή. Οι πιο συχνές παρενέργειες περιλαμβάνουν:

  • Περιφερικό οίδημα: Το οίδημα, ιδιαίτερα στους αστραγάλους και τα πόδια, είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές παρενέργειες της αμλοδιπίνης. Μπορεί να επηρεάσει έως και το 10% των ασθενών και είναι συχνά δοσοεξαρτώμενο (Elliott & Bistrika).
  • Κεφαλαλγία: Πονοκέφαλοι μπορεί να εμφανιστούν, ειδικά κατά την έναρξη της θεραπείας ή μετά από αύξηση της δόσης.
  • Ζάλη και αίσθημα κόπωσης: Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) μπορεί να προκαλέσει αίσθημα ζάλης ή εξάντλησης λόγω της αγγειοδιασταλτικής της δράσης.
  • Ναυτία: Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν ήπια γαστρεντερικά συμπτώματα, όπως ναυτία ή κοιλιακή δυσφορία.
  • Έξαψη: Αίσθημα θερμότητας, ειδικά στο πρόσωπο και το λαιμό, μπορεί να παρατηρηθεί.

Άλλες λιγότερο συχνές παρενέργειες περιλαμβάνουν:

  • Αρρυθμίες: Σε σπάνιες περιπτώσεις, η αμλοδιπίνη μπορεί να προκαλέσει διαταραχές του καρδιακού ρυθμού, όπως βραδυκαρδία ή κολποκοιλιακό αποκλεισμό.
  • Υπερπλασία ούλων: Η υπερβολική ανάπτυξη των ούλων έχει αναφερθεί ως μια ασυνήθιστη παρενέργεια της μακροχρόνιας χρήσης αμλοδιπίνης.
  • Αλλαγές στα ηπατικά ένζυμα: Ασυμπτωματικές αυξήσεις στις τρανσαμινάσες του ήπατος μπορεί να παρατηρηθούν σε ορισμένους ασθενείς (Ananchenko et al.).
  • Δερματικές αντιδράσεις: Εξάνθημα, κνησμός και άλλες δερματικές αντιδράσεις υπερευαισθησίας έχουν αναφερθεί σπάνια.

Η πλειοψηφία των ανεπιθύμητων ενεργειών της αμλοδιπίνης είναι ήπιες και παροδικές, και συχνά υποχωρούν με τη συνέχιση της θεραπείας. Ωστόσο, εάν οι παρενέργειες επιμένουν, επιδεινώνονται ή επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής, οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό τους.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να απαιτείται προσαρμογή της δόσης, προσωρινή διακοπή ή αλλαγή σε εναλλακτική θεραπεία. Οι ασθενείς δεν πρέπει να διακόπτουν τη λήψη της αμλοδιπίνης χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον γιατρό τους, καθώς η απότομη διακοπή μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση των συμπτωμάτων ή αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων.

Σπάνιες αλλά σοβαρές παρενέργειες, όπως σοβαρές δερματικές αντιδράσεις (π.χ. σύνδρομο Stevens-Johnson), σημαντική υπόταση ή ηπατική βλάβη, απαιτούν άμεση ιατρική αξιολόγηση και διακοπή του φαρμάκου.

 

Αλληλεπιδράσεις

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) μπορεί να αλληλεπιδράσει με άλλα φάρμακα και ουσίες, επηρεάζοντας τη φαρμακοκινητική ή τη φαρμακοδυναμική της. Οι αλληλεπιδράσεις μπορεί να οδηγήσουν σε μεταβολές στην αποτελεσματικότητα ή την ασφάλεια της αμλοδιπίνης ή των συγχορηγούμενων φαρμάκων. Η κατανόηση και η πρόληψη των δυνητικών αλληλεπιδράσεων είναι κρίσιμης σημασίας για τη βελτιστοποίηση της θεραπείας και την ελαχιστοποίηση των κινδύνων.

 

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου

  • Αναστολείς του CYP3A4: Η αμλοδιπίνη μεταβολίζεται κυρίως από το ένζυμο CYP3A4 στο ήπαρ. Φάρμακα που αναστέλλουν το CYP3A4, όπως κετοκοναζόλη, ιτρακοναζόλη, ριτοναβίρη και κλαριθρομυκίνη, μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα της αμλοδιπίνης στο πλάσμα και τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών (Ananchenko et al.).
  • Επαγωγείς του CYP3A4: Αντίθετα, φάρμακα που επάγουν το CYP3A4, όπως η ριφαμπικίνη, η φαινυτοΐνη και το υπερικό, μπορεί να μειώσουν τα επίπεδα της αμλοδιπίνης και να οδηγήσουν σε μειωμένη αποτελεσματικότητα.
  • Άλλοι αντιυπερτασικοί παράγοντες: Ο συνδυασμός της αμλοδιπίνης με άλλα αντιυπερτασικά φάρμακα, όπως β-αποκλειστές, αναστολείς ΜΕΑ ή διουρητικά, μπορεί να οδηγήσει σε αθροιστικά αποτελέσματα και αυξημένο κίνδυνο υπότασης.
  • Σιμβαστατίνη: Η αμλοδιπίνη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της σιμβαστατίνης στο πλάσμα, αυξάνοντας τον κίνδυνο μυοπάθειας και ραβδομυόλυσης. Μπορεί να απαιτείται προσαρμογή της δόσης της σιμβαστατίνης.
  • Κυκλοσπορίνη: Η ταυτόχρονη χρήση αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) και κυκλοσπορίνης μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα επίπεδα και των δύο φαρμάκων, απαιτώντας παρακολούθηση και προσαρμογή της δόσης.

 

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής

  • Χυμός γκρέιπφρουτ: Ο χυμός γκρέιπφρουτ είναι ένας γνωστός αναστολέας του CYP3A4 και μπορεί να αυξήσει τη βιοδιαθεσιμότητα και τις συγκεντρώσεις της αμλοδιπίνης στο πλάσμα. Οι ασθενείς πρέπει να αποφεύγουν την κατανάλωση χυμού γκρέιπφρουτ ή ολόκληρων γκρέιπφρουτ κατά τη διάρκεια της θεραπείας με αμλοδιπίνη.
  • Τρόφιμα πλούσια σε κάλιο: Η αμλοδιπίνη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα καλίου στον ορό, ειδικά σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα που αυξάνουν το κάλιο ή σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία. Η υπερκαλιαιμία μπορεί να επιδεινωθεί με την κατανάλωση τροφών πλούσιων σε κάλιο, όπως μπανάνες, πορτοκάλια και πράσινα λαχανικά.
  • Αλκοόλ: Η κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να ενισχύσει την υποτασική δράση της αμλοδιπίνης και να αυξήσει τον κίνδυνο ζάλης ή λιποθυμίας. Οι ασθενείς πρέπει να περιορίζουν την κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της θεραπείας.

Για την πρόληψη δυνητικά επιβλαβών αλληλεπιδράσεων, οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό και τον φαρμακοποιό τους για όλα τα συνταγογραφούμενα και μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, συμπληρώματα διατροφής και φυτικά σκευάσματα που λαμβάνουν. Τυχόν τροποποιήσεις στη φαρμακευτική αγωγή πρέπει να γίνονται μόνο υπό ιατρική επίβλεψη.

Συνοψίζοντας, η κατανόηση και η διαχείριση των αλληλεπιδράσεων της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Η στενή συνεργασία μεταξύ ασθενών, ιατρών και φαρμακοποιών μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη και την έγκαιρη αναγνώριση δυνητικά επιβλαβών αλληλεπιδράσεων.

 

Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες

Ανάπτυξη ανθεκτικότητας

Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στην αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) είναι σπάνια και δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς στην κλινική πράξη. Ωστόσο, ορισμένοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν μειωμένη ανταπόκριση στη θεραπεία με την πάροδο του χρόνου, γεγονός που μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως:

  • Εξέλιξη της υποκείμενης νόσου
  • Μεταβολές στη φαρμακοκινητική ή τη φαρμακοδυναμική λόγω ηλικίας ή συννοσηροτήτων
  • Μη συμμόρφωση στη θεραπεία
  • Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες

Σε περίπτωση φαινομενικής απώλειας της αποτελεσματικότητας, οι ιατροί πρέπει να αξιολογούν προσεκτικά τους ασθενείς και να προσαρμόζουν τη θεραπεία αναλόγως, είτε αυξάνοντας τη δόση της αμλοδιπίνης είτε προσθέτοντας ή αλλάζοντας σε εναλλακτικούς παράγοντες.

 

Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες

Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) έχουν τεκμηριωθεί σε πολυάριθμες προκλινικές και κλινικές μελέτες. Προκλινικές μελέτες σε ζωικά μοντέλα έχουν καταδείξει τις αντιυπερτασικές και αντιισχαιμικές ιδιότητες της αμλοδιπίνης, καθώς και τις ευνοϊκές επιδράσεις της στην αγγειακή λειτουργία και την καρδιακή υπερτροφία.

Μεγάλες τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές, όπως οι μελέτες ALLHAT, ASCOT και CAMELOT, έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα της αμλοδιπίνης στη μείωση της αρτηριακής πίεσης, την πρόληψη καρδιαγγειακών συμβάντων και τη βελτίωση των κλινικών εκβάσεων σε ασθενείς με υπέρταση και στεφανιαία νόσο.

Οι Shah et al. στη μελέτη τους “RP-HPLC Determination of Atorvastatin Calcium and Amlodipine Besylate Combination in Tablets” αναπτύσσουν και επικυρώνουν μια μέθοδο υγρής χρωματογραφίας υψηλής απόδοσης αντίστροφης φάσης (RP-HPLC) για τον ποσοτικό προσδιορισμό του συνδυασμού ατορβαστατίνης και αμλοδιπίνης σε δισκία, επιβεβαιώνοντας τη σημασία του συνδυασμού αυτών των φαρμάκων στην αντιμετώπιση της καρδιαγγειακής νόσου.

 

Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά

Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της αμλοδιπίνης παρακολουθούνται συνεχώς μέσω μετεγκριτικών μελετών και δραστηριοτήτων φαρμακοεπαγρύπνησης μετά την είσοδο του φαρμάκου στην αγορά. Αυθόρμητες αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών, μελέτες παρατήρησης και βάσεις δεδομένων πραγματικού κόσμου παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη μακροχρόνια ασφάλεια και τις ανεπιθύμητες ενέργειες της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) σε ευρύτερους πληθυσμούς ασθενών.

Τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά της αμλοδιπίνης έχουν μελετηθεί εκτενώς. Η αμλοδιπίνη απορροφάται αργά αλλά σχεδόν πλήρως μετά από του στόματος χορήγηση, με απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα περίπου 60-65%. Ο χρόνος έως τη μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα (Tmax) είναι 6-12 ώρες. Η αμλοδιπίνη έχει μεγάλο όγκο κατανομής και συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις πρωτεΐνες του πλάσματος (97-99%). Μεταβολίζεται εκτενώς στο ήπαρ από το CYP3A4, με το σχηματισμό αδρανών μεταβολιτών. Ο τελικός χρόνος ημίσειας ζωής είναι 30-50 ώρες, επιτρέποντας τη χορήγηση άπαξ ημερησίως. Η αποβολή γίνεται κυρίως μέσω των νεφρών και των κοπράνων (Ananchenko et al.).

Η κατανόηση των φαρμακοκινητικών ιδιοτήτων της αμλοδιπίνης είναι απαραίτητη για τη βελτιστοποίηση των δοσολογικών σχημάτων, την πρόβλεψη αλληλεπιδράσεων και την προσαρμογή της θεραπείας σε ειδικούς πληθυσμούς ασθενών, όπως οι ηλικιωμένοι ή τα άτομα με ηπατική ή νεφρική δυσλειτουργία.

 

Συγκριτική αποτελεσματικότητα

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) έχει συγκριθεί με άλλους αντιυπερτασικούς παράγοντες σε πολυάριθμες κλινικές μελέτες και μετα-αναλύσεις. Σε σύγκριση με άλλους ανταγωνιστές διαύλων ασβεστίου, όπως τη νιφεδιπίνη και τη φελοδιπίνη, η αμλοδιπίνη έχει παρόμοια αντιυπερτασική αποτελεσματικότητα, αλλά γενικά καλύτερο προφίλ ανεκτικότητας και λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες.

Συγκριτικά με τους αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (αναστολείς ΜΕΑ) και τους ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης II (ARBs), η αμλοδιπίνη έχει παρόμοια αποτελεσματικότητα στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και την πρόληψη καρδιαγγειακών συμβάντων. Ωστόσο, οι αναστολείς ΜΕΑ και οι ARBs μπορεί να έχουν πρόσθετα οφέλη σε ειδικούς πληθυσμούς ασθενών, όπως εκείνους με διαβήτη ή χρόνια νεφρική νόσο.

Ο συνδυασμός αμλοδιπίνης με άλλους αντιυπερτασικούς παράγοντες, όπως οι αναστολείς ΜΕΑ, οι ARBs ή τα διουρητικά, έχει αποδειχθεί ότι προσφέρει πρόσθετη αποτελεσματικότητα στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και τη βελτίωση των κλινικών εκβάσεων σε σύγκριση με τη μονοθεραπεία.

 

Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις

Πολλές συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις έχουν αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) στη θεραπεία της υπέρτασης και της στεφανιαίας νόσου. Μια μετα-ανάλυση από τους Costanzo et al. διαπίστωσε ότι η αμλοδιπίνη είναι αποτελεσματική στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και γενικά καλά ανεκτή, με το περιφερικό οίδημα να είναι η πιο συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια.

Μια άλλη μετα-ανάλυση από τους Wang et al. έδειξε ότι η αμλοδιπίνη μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου, εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής ανεπάρκειας σε ασθενείς με υπέρταση ή στεφανιαία νόσο σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο.

Αυτές οι συνθετικές αποδείξεις υποστηρίζουν τον ρόλο της αμλοδιπίνης ως αποτελεσματικής και ασφαλούς θεραπευτικής επιλογής για τη διαχείριση της υπέρτασης και των καρδιαγγειακών παθήσεων.

 

Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές

Η τρέχουσα έρευνα επικεντρώνεται στην περαιτέρω διερεύνηση των πλειοτροπικών επιδράσεων της αμλοδιπίνης πέρα από τη μείωση της αρτηριακής πίεσης, όπως οι αντιαθηρωματικές, αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Μελέτες εξετάζουν επίσης τον ρόλο της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) στην πρόληψη της εξέλιξης της αθηροσκλήρωσης και τη βελτίωση της ενδοθηλιακής λειτουργίας.

Το ενδιαφέρον στρέφεται επίσης στη χρήση της αμλοδιπίνης σε ειδικούς πληθυσμούς ασθενών, όπως οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά και οι έγκυες γυναίκες. Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για τη βελτιστοποίηση της δοσολογίας και την αξιολόγηση της ασφάλειας σε αυτές τις ομάδες.

Μελλοντικές κατευθύνσεις περιλαμβάνουν επίσης την ανάπτυξη νέων σκευασμάτων και συστημάτων χορήγησης αμλοδιπίνης για τη βελτίωση της φαρμακοκινητικής, της αποτελεσματικότητας και της συμμόρφωσης των ασθενών. Για παράδειγμα, οι Abdoh et al. στη μελέτη τους “Amlodipine besylate–excipients interaction in solid dosage form” δ ιερευνούν τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ της βεσυλικής αμλοδιπίνης και διαφόρων εκδόχων στα στερεά σκευάσματα, με στόχο τη βελτιστοποίηση της σταθερότητας και της απόδοσης του φαρμάκου.

Συνοψίζοντας, η συνεχιζόμενη έρευνα και ανάπτυξη στοχεύει στην αξιοποίηση του πλήρους θεραπευτικού δυναμικού της αμλοδιπίνης και στην εξατομίκευση της θεραπείας για τη βελτίωση των κλινικών αποτελεσμάτων και της ποιότητας ζωής των ασθενών με υπέρταση και καρδιαγγειακές παθήσεις.

 

Συνοπτικά

Η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) είναι ένας ανταγωνιστής διαύλων ασβεστίου που χρησιμοποιείται ευρέως για τη θεραπεία της υπέρτασης και της στηθάγχης. Ανήκει στην κατηγορία των διϋδροπυριδινικών ανταγωνιστών ασβεστίου και δρα χαλαρώνοντας τα αιμοφόρα αγγεία, διευκολύνοντας την ροή του αίματος και μειώνοντας το φορτίο εργασίας της καρδιάς. Η αμλοδιπίνη είναι γενικά καλά ανεκτή, με τις πιο συχνές παρενέργειες να περιλαμβάνουν περιφερικό οίδημα, κεφαλαλγία, ζάλη και κόπωση. Σπάνιες αλλά σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν σοβαρή υπόταση, αρρυθμίες και ηπατική βλάβη. Η αμλοδιπίνη μεταβολίζεται στο ήπαρ από το ένζυμο CYP3A4 και μπορεί να αλληλεπιδράσει με άλλα φάρμακα που επηρεάζουν αυτό το ένζυμο. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της αμλοδιπίνης έχουν τεκμηριωθεί σε πολυάριθμες κλινικές μελέτες και μετα-αναλύσεις, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο της ως μια πολύτιμη θεραπευτική επιλογή για τη διαχείριση της υπέρτασης και των καρδιαγγειακών παθήσεων. Η τρέχουσα έρευνα εστιάζει στη διερεύνηση των πλειοτροπικών επιδράσεων της αμλοδιπίνης, τη χρήση της σε ειδικούς πληθυσμούς ασθενών και την ανάπτυξη νέων σκευασμάτων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της συμμόρφωσης των ασθενών.

gnosiatriki.gr

 

ΠΡΟΣΟΧΗ: Η λήψη φαρμάκων χωρίς ιατρική επίβλεψη μπορεί να αποβεί επικίνδυνη για την υγεία σας. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες που αναγράφονται στις συσκευασίες των φαρμακευτικών σκευασμάτων, καθώς ενδέχεται να υπάρχουν αλλαγές στις προδιαγραφές των προϊόντων που προμηθεύεστε. Τα εμπορικά ονόματα που χρησιμοποιούνται σε αυτό το κείμενο είναι απλώς παραδείγματα δημοφιλών φαρμάκων με τις ουσίες που περιγράφονται, αλλά η ακριβής σύσταση μπορεί να διαφέρει από προϊόν σε προϊόν. Εδώ, η έμφαση δίνεται στις δραστικές ουσίες και όχι στα εμπορικά ονόματα. Τα ονόματα των φαρμάκων παρατίθενται μόνο για την ευκολία των αναγνωστών, αλλά πρέπει να διαβάζετε τις οδηγίες του κάθε σκευάσματος που θα χρησιμοποιήσετε καθώς μπορεί να διαφέρει. Η συνεχής επικοινωνία με τον γιατρό και τον φαρμακοποιό σας είναι απαραίτητη. Μην καταφεύγετε ποτέ στην αυτοχορήγηση φαρμάκων, γιατί εκθέτετε την υγεία σας σε σημαντικούς κινδύνους.

 

Βιβλιογραφία

  • Ananchenko, G., Novakovic, J., & Lewis, J. (2012). Amlodipine besylate. In Profiles of Drug Substances … (pp. 1-36). Elsevier. Link
  • Abdoh, A., Al‐Omari, M. M., Badwan, A. A., et al. (2004). Solid forms of amlodipine besylate: physicochemical, structural, and thermodynamic characterization. Pharmaceutical …, Link
  • Koradia, V., Lopez de Diego, H., Frydenvang, K., et al. (2010). Perindopril arginine and amlodipine besylate for hypertension: a safety evaluation. Crystal growth & …, Link
  • Elliott, W. J., & Bistrika, E. A. (2018). RP-HPLC Determination of Atorvastatin Calcium and Amlodipine Besylate Combination in Tablets. Expert opinion on drug safety, Link
  • Shah, D. A., Bhatt, K. K., Shankar, M. B., et al. (2006). Indian journal of …, Link

 

Συχνές Ερωτήσεις

Τι είναι το φάρμακο Abesyl;

Το Abesyl είναι ένα φάρμακο που περιέχει τη δραστική ουσία αμλοδιπίνη (φάρμακο Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.). Ανήκει στην κατηγορία των ανταγωνιστών διαύλων ασβεστίου και χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της υπέρτασης και της στηθάγχης. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας για περισσότερες πληροφορίες.

Ποιες είναι οι ενδείξεις της αμλοδιπίνης;

Η αμλοδιπίνη ενδείκνυται για τη θεραπεία της υπέρτασης, της σταθερής στηθάγχης, της αγγειοσπαστικής στηθάγχης (Prinzmetal) και ως συμπληρωματική θεραπεία σε ασθενείς με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Πάντα να συμβουλεύεστε τον γιατρό σας για την κατάλληλη χρήση του φαρμάκου.

Ποιες είναι οι πιο συχνές παρενέργειες του φαρμάκου Abesyl;

Οι πιο συχνές παρενέργειες του Abesyl (αμλοδιπίνη) περιλαμβάνουν περιφερικό οίδημα, κεφαλαλγία, ζάλη, κόπωση και ναυτία. Εάν παρουσιάσετε σοβαρές ή επίμονες παρενέργειες, επικοινωνήστε αμέσως με τον γιατρό σας.

Πώς λαμβάνεται η αμλοδιπίνη (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.);

Η αμλοδιπίνη λαμβάνεται από το στόμα, συνήθως μία φορά την ημέρα, με ή χωρίς τροφή. Ακολουθήστε πιστά τις οδηγίες του γιατρού σας σχετικά με τη δοσολογία και τη διάρκεια της θεραπείας. Μην αλλάζετε τη δόση χωρίς ιατρική συμβουλή.

Τι πρέπει να κάνω εάν ξεχάσω μια δόση του φαρμάκου Abesyl;

Εάν ξεχάσετε μια δόση του Abesyl, πάρτε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε. Ωστόσο, εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε την ξεχασμένη δόση και συνεχίστε με το κανονικό σας δοσολογικό σχήμα. Μην διπλασιάζετε τις δόσεις. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας εάν έχετε αμφιβολίες.

Μπορώ να λαμβάνω αμλοδιπίνη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης;

Η χρήση της αμλοδιπίνης (φάρμακο Abesyl, Norvasc, Istin, Amlodin κ.α.) κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης δεν συνιστάται, ειδικά κατά το πρώτο τρίμηνο, καθώς μπορεί να βλάψει το έμβρυο. Εάν είστε έγκυος, σχεδιάζετε να μείνετε έγκυος ή θηλάζετε, ενημερώστε αμέσως τον γιατρό σας.

Zeen is a next generation WordPress theme. It’s powerful, beautifully designed and comes with everything you need to engage your visitors and increase conversions.